ΟΙ ΆΝΘΡΩΠΟΙ ΑΝΤΙΔΡΟΥΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΟΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ, ΈΤΣΙ ΏΣΤΕ Ο ΛΟΓΟΣ ΝΑ ΠΑΙΖΕΙ ΈΝΑΝ ΚΑΤΑΛΥΤΙΚΟ ΡΟΛΟ ΚΑΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΣΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΟΥ ΚΑΘΕΝΟΣ.
Η γλώσσα είναι ένα «παράγωγο» που διαμορφώθηκε, ιδιαίτερα στις τελευταίες εκατονταετίες ζωής των ανθρώπων, με βάση την ομιλία σε διαφορετικούς τόνους, διαφορετικά φωνήματα και διαφορετική  κατανόηση, ανάλογα με τη φυλή του ανθρώπου, το γεωγραφικό περιβάλλον και άλλους ακόμη παράγοντες. Όποτε κανείς «σπουδάζει» τη γλώσσα, θα πρέπει ακριβώς να αναλύει, να συνδέει και να βγάζει συμπεράσματα από τη σύγκριση των παραγόντων αυτών. Χωρίς γλώσσα σήμερα η επικοινωνία  είναι αδύνατη, αλλά πρέπει οπωσδήποτε να ληφθεί υπόψη και το σύνολο  των παραγόντων που ρυθμίζουν αυτό το πλαίσιο.

Η «ΠΕΡΙΟΧΗ ΔΙΑΣΥΝΔΕΣΗΣ» ΣΤΟΝ ΕΓΚΕΦΑΛΟ ΠΑΙΖΕΙ ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΟ ΡΟΛΟ ΣΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ.
Πρόκειται, δηλαδή, για εκείνες τις εγκεφαλικές περιοχές που διεγείρονται στο άκουσμα μιας λέξης ή κατά την παρατήρηση του αντικειμένου αυτής της λέξης ή ακόμη σε αναφορά σε παρόμοιες καταστάσεις που έχουν σχέση με αυτή τη λέξη στον εγκέφαλο. Δηλαδή, μπορούμε να πούμε τη λέξη «δέντρο» ή «φυτό» και ταυτόχρονα να αντιδράσουν πάρα πολλές περιοχές στον εγκέφαλο, όπου είναι καταγεγραμμένες οι ανάλογες εμπειρίες και βιώματα του εγκεφάλου. Αυτό γίνεται στις διάφορες συνδετικές αυτές περιοχές με μικρή ή μεγαλύτερη ένταση, ανάλογα με το «περιεχόμενο» της βιωματικής αντίδρασης της μνήμης και της προϋπαρχούσης διέγερσης του εγκεφάλου. Πρόκειται για μια ουσιαστική μελέτη, η οποία έχει προχωρήσει πάρα πολύ και ιδιαίτερα όταν έχουμε να κάνουμε με συγκεκριμένα αντικείμενα. Π.χ. πάλι προφέροντας τη λέξη «χέρι», βλέποντας το χέρι ή ακούγοντας τη λέξη «χέρι» έχουμε διέγερση συγκεκριμένης περιοχής του εγκεφάλου, όπου αντιπροσωπεύονται οι νευρώνες εκείνοι που προκαλούν την κίνηση του χεριού. Πρόκειται, δηλαδή, για μια κατευθείαν επικοινωνία μεταξύ οπτικών, ακουστικών ή άλλων ερεθισμάτων και αντίδραση του εγκεφάλου. Αυτές οι αντιδράσεις καταγράφονται με νευροφυσιολογικό ή νευροακτινολογικό τρόπο, συγκρίνονται αυτά τα πεδία και βλέπουμε πως επηρεάζει το ένα το άλλο κατά τη διάρκεια της επικοινωνίας. Ανάλογα με αυτό μπορεί να γίνει μια ταυτοποίηση  του ομιλούντος σε σχέση με τα προηγούμενα στοιχεία που έχει κανείς.

H OMIΛΙΑ ΚΑΙ Η ΓΛΩΣΣΑ

ΕΙΝΑΙ ΔΥΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ «ΠΡΑΓΜΑΤΑ» ΠΟΥ ΤΑΚΤΙΚΑ ΣΥΓΧΕΟΝΤΑΙ, ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ, ΌΤΑΝ ΚΑΝΕΝΑΣ ΜΕΛΕΤΑΕΙ ΤΗ ΛΕΚΤΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΥΣ ΤΗΣ.
Πρέπει όμως να γίνεται σαφής διαχωρισμός, τουλάχιστον όσο αφορά την επιστημονική διάκριση των δυο λειτουργιών. Άλλο πράγμα είναι η ομιλία και άλλο είναι η γλώσσα. Βέβαια, εξελικτικά η ομιλία προηγείται πολύ περισσότερο χρονικά της γλώσσας, διότι η δεύτερη διαμορφώθηκε σαν τροποποίηση της ομιλίας δια της έκφρασης του κινητικού λόγου. Εξελικτικά στον ανθρώπινο εγκέφαλο υπάρχουν στοιχεία σε διάφορα σημεία που σχηματίζουν ένα νευρωνικό τόξο, το οποίο είναι  διαμορφωμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε να παράγει τον κινητικό λόγο. Αυτό εδώ το νευρωνικό τόξο επηρεάζεται από ένα δεύτερο, το οποίο είναι έτσι διαμορφωμένο, ώστε να παράγει τη γλώσσα. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι έχουμε δυο υποσύνολα, σε ότι αφορά την άρθρωση του λόγου˙ το λόγο τον ίδιο καθαυτό και τη γλώσσα σαν διαμόρφωση του. Αυτές οι έννοιες διαφέρουν από λαό σε λαό, ακριβώς διότι εισέρχονται και άλλοι παράγοντες, όπως είναι το περιβάλλον και η ίδια η ιστορία.

ΤΟΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΚΑΙΡΟ ΣΕ ΌΛΑ ΤΑ ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΌΛΟ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΑ, ΣΕ ΌΤΙ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΑΝΡΘΩΠΙΝΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ.
Π.χ. έχουμε αναφέρει σε άλλη παράγραφο το πείραμα με τα τραπουλόχαρτα, όπου ο ένας πρέπει να μαντεύει τι χαρτιά έχει ο άλλος από την περιγραφή που του κάνει ακουστικά. Αυτή η διαδικασία δείχνει ότι στις περισσότερες περιπτώσεις η επικοινωνία είναι μια σειρά από εκφορά λόγου και μη εκφορά λόγου, παραγόντων που απαιτούν σύγκλιση και συγχρονισμό. Σε αυτή όλη τη διαδικασία η επιλογή των λέξεων, η σύνταξη, ο τρόπος προφοράς, οι κινήσεις, ακόμη οι κινήσεις των ματιών, η στάση του σώματος, οι κινήσεις του σώματος παίζουν ένα πάρα πολύ μεγάλο ρόλο. Δηλαδή, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι έχουμε ένα διάλογο και ένα ή δυο περισσότερους εγκέφαλους που μετέχουν σε αυτό. Αυτό είναι η βασική αρχή, προκειμένου κανείς να καταλάβει το υπόβαθρο της επικοινωνιακής αξίας.

ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΤΑΚΤΙΚΑ ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΜΕ ΚΥΡΙΩΣ ΣΕ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟΥΣ ΔΙΑΛΟΓΟΥΣ Ο «ΈΝΑΣ ΝΑ ΜΙΛΑΕΙ ΠΑΝΩ ΣΤΟΝ ΆΛΛΟ».
Πρόκειται για μια κατάσταση, η οποία τον τελευταίο καιρό έχει επηρεάσει πολύ τους νευροεπιστήμονες και τους έχει «διεγείρει» σε αυτό το γεγονός˙ εάν αυτό καθαυτό αποτελεί ένα στοιχείο επικοινωνίας. Πολλές έρευνες που έχουν γίνει πάνω σε αυτό το κομμάτι έφεραν καταπληκτικά αποτελέσματα. Συγκεκριμένα, βρέθηκε ότι αυτή η τάση για πολυφωνία είναι στην ουσία μια κατάσταση εξωτερίκευσης της έντονης διάθεσης για συνεργασία, προκειμένου να πετύχει ο στόχος της επικοινωνίας. Πρόκειται, δηλαδή, στην ουσία για ένα ανθρώπινο αντανακλαστικό, το οποίο αν χρησιμοποιηθεί σωστά μπορεί να φέρει όλες τις επιθυμητές παραμέτρους μιας ολοκληρωμένης επικοινωνίας. Όπως σε όλες τις περιπτώσεις των νευροεπιστημών, πρέπει και εδώ να χειριστεί κανείς το θέμα της ισορροπίας. Δηλαδή, πόσο τακτικά πρέπει να ακούγεται ο ένας ταυτόχρονα με τον άλλο, ποιό διάστημα, που να είναι η αρχή, το τέλος κ.τ.λ.. Έχει βέβαια τις δυσκολίες του το γεγονός αυτό, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί μια καινούργια αφετηρία νευροεπιστημών, σε ότι αφορά την κοινωνική ψυχολογία και την ψυχολογία της μάζας.

Η ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ, ΕΙΤΕ ΜΕ ΤΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΜΑΓΝΗΤΙΚΗΣ ΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑΣ Ή ΜΕ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΕΓΚΕΦΑΛΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΗΜΑΤΩΝ, ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ «ΖΩΝΤΑΝΗ» ΜΕΘΟΔΟΣ ΠΟΥ ΜΑΣ ΔΙΝΕΙ ΤΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΝΑ ΜΕΛΕΤΗΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΕΓΚΕΦΑΛΟ ΣΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ.
Τα σήματα που λαμβάνονται με αυτές τις διαγνωστικές μεθόδους καταγράφονται από ειδικά μηχανήματα με τέτοιο τρόπο, ώστε να έχουμε άμεσα τόσο μεν σε αριθμούς αλλά όσο και σε χρώματα τη δραστηριοποίηση και ενεργοποίηση, καθώς επίσης και τη διάρκεια και την ένταση  της προκαλούμενης αντίδρασης στον εγκέφαλο. Έτσι λοιπόν γίνεται μια χαρτογράφηση του εγκεφάλου ανά πάσα στιγμή, η οποία μας δείχνει ποιες περιοχές ενεργοποιούνται κατά τη διάρκεια της κάτω από οποιονδήποτε τρόπο εφαρμοζόμενης επικοινωνίας, με ποια ένταση και ποιες άλλες μένουν «σιωπηλές». Αυτό μπορούμε να το εκτιμήσουμε με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να ανιχνεύσουμε στοιχεία σχετικά με τον εξεταζόμενο ˙πως χρησιμοποιεί τον εγκέφαλο του στην επικοινωνία με ένα, δυο ή περισσότερα πρόσωπα και αντικείμενα. Πρόκειται για νέες μεθόδους υψίστης ευκρίνειας, οι οποίες έχουν βοήθεια τη σύγχρονη ιατρική πάρα πολύ σε διάφορες νοσολογικές, αλλά και φυσιολογικές καταστάσεις. Νοσολογικές όσο αφορά τη φαρμακευτική τους αντιμετώπιση, φυσιολογικές όσο αφορά τη βελτίωση της απόδοσης του ατόμου και εκτίμησης της διανοητικής του κατάστασης, σε ότι αφορά την επικοινωνία.

EΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΤΡΑΠΟΥΛΟΧΑΡΤΑ



ΈΝΑ ΠΟΛΥ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΈΧΕΙ ΓΙΝΕΙ ΕΔΩ ΚΑΙ ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΚΑΙΡΟ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΌΜΩΣ ΕΙΝΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΣΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΟΥ ΈΧΕΙ Ο ΆΝΘΡΩΠΟΣ.
Πρόκειται για ένα διαχωριστικό, που διαχωρίζει δυο ανθρώπους, οι οποίοι έχουν στα χέρια τους την ίδια σειρά από τέσσερα ή πέντε ίδια τραπουλόχαρτα. Αυτοί οι δυο πρέπει να περιγράψουν ο ένας στον άλλο τι ακριβώς έχουν και με ποια σειρά τα τραπουλόχαρτα είναι και μετά από αυτό να τα βάλουν στην ίδια σειρά. Αυτό μπορεί να γίνει επανειλημμένα και κατόπιν να μετρηθεί ο χρόνος πόσος είναι μετά από την κάθε δοκιμή. Έχει λοιπόν δείξει το πείραμα ότι ενώ η πρώτη, δεύτερη ή τρίτη φορά είναι δύσκολη, μετά πηγαίνει πάρα πολύ γρήγορα, έτσι ώστε στο τέλος οι δυο που είναι μεν διαχωρισμένοι με ένα παραβάν, αλλά έχουν ακουστική επαφή, να επικοινωνούν μεταξύ τους τηλεγραφικά. Δηλαδή, με δυο, τρεις λέξεις  περιγράφει ο ένας στον άλλον τι ακριβώς τραπουλόχαρτο έχει και ο επόμενος  τον ακολουθεί. Μάλιστα, όσο περνάει η εξάσκηση, τόσο αστραπιαία γίνεται η συνεννόηση, σχεδόν σε μηδενικούς χρόνους. Αυτό δείχνει ότι η επικοινωνία έχει και έναν παράγοντα εξάσκησης μέσω της επανάληψης.

ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΈΧΟΥΝ ΑΝΑΠΤΥΧΘΕΙ ΠΟΛΛΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ ΑΝΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ, ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΣΕ ΘΕΣΗ ΜΕ ΜΟΝΤΕΡΝΕΣ ΣΥΣΚΕΥΕΣ ΚΑΙ ΝΕΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΑ ΜΕΣΑ ΝΑ ΕΡΕΥΝΟΥΝ ΤΗΝ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ.
Πρόκειται για ειδικής μορφής πειράματα και ιατρικά μηχανήματα, όπως π.χ. μαγνητική τομογραφία του εγκεφάλου ή ηλεκτροεγκεφαλογράφημα υψηλών συχνοτήτων, που μπορούν κυριολεκτικά σημείο με σημείο να ελέγχουν τη διέγερση και τη δραστηριότητα του εγκεφάλου σε οποιοδήποτε σημείο του. Αυτά τα αποτελέσματα που λαμβάνουμε από τις εργαστηριακές αυτές εξετάσεις μπορούν να εξεταστούν και από μόνα τους ή σε συνδυασμό με άλλα παρόμοια νευροψυχολογικών εξετάσεων και μέσω αυτών να δούμε ποια περιοχή του εγκεφάλου πόσο διεγείρεται, για ποια διάρκεια και σε ποια στιγμή ακόμη κατά την επικοινωνία. Αυτό μας δίνει τη δυνατότητα της προσεκτικής μελέτης και του ακριβούς προσδιορισμού των διαφόρων σταδίων και επιπέδων επικοινωνίας στον εγκέφαλο.

ΑΣΦΑΛΩΣ ΚΑΙ Η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΕ ΈΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΚΟΜΜΑΤΙ ΤΗΣ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ «ΠΑΡΑΓΩΓΗ» ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ.
Αλλά και μονοσήμαντα αν το δει κανένας μέσα σε αυτή τη διαδικασία, σχηματισμός, φωνητική, πραγματισμός, γραμματική, ακόμη και σημειολογία, εμπεριέχονται σαν έννοιες για το όλο το τελικό προϊόν της γλώσσας.  Σε αυτά όλα βέβαια υπάρχει και ο ανάλογος ψυχισμός σε πολλές διαστάσεις και πολλές λειτουργίες του που συμβάλλει στην ομιλία σαν εκφορά και σαν κατανόηση, σαν στοιχείο της επικοινωνίας. Δηλαδή, δεν είναι απλά η «εκπομπή» ενός φωνητικού λόγου και παράλληλα η καταγραφή του σαν ακουόγραμμα. Υπάρχουν πάρα πολλοί παράμετροι που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο επηρεάζουν αυτά τα στοιχεία σαν επιμέρους μονάδες της έννοιας «επικοινωνία». Για να καταλάβει κανείς καλύτερα τα όρια της επικοινωνίας πρέπει να αναζητήσει στη βιβλιογραφία «παρυφές» που πηγαίνουν μέχρι εκατόν πενήντα χρόνια πίσω,  όπου υπήρχε συνεργασία τόσο της γραφής, όσο και της σκέψης.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΆΓΧΟΣ ΚΑΙ ΦΟΒΟΣ

Η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΒΑΣΙΚΑ ΕΙΝΑΙ  ΜΙΑ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΗ «ΠΑΡΑΓΩΓΗ», Η ΟΠΟΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙΤΑΙ ΜΕ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ ΤΗΝ ΑΚΟΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ.
Σε αυτές εδώ τις δυο εγκεφαλικές λειτουργίες θα πρέπει να προσθέσουμε το άγχος και το φόβο. Δηλαδή, στην επικοινωνία έχουμε αυτές όλες τις τέσσερις  παραμέτρους, οι οποίες όμως διαμορφώνονται κυρίως από αισθησιακά και συνειδητά βιώματα του άγχους και του φόβου. Δηλαδή, απλά κανείς ακούει και καταλαβαίνει αυτόν που μιλάει ή και αυτόν που ακούει, αλλά ταυτόχρονα αυτό που επεξεργάζεται το ακουόγραμμα βασίζεται από την προηγούμενη εμπειρία, σε ότι αφορά τις φοβίες και το άγχος. Άγχος και φοβίες περνάνε από ένα «φίλτρο», το ακουόγραμμα, ή από την ομιλία κάποιου άλλου και τα επεξεργάζονται με έναν κώδικα που είναι μέσα στη μνήμη. Είναι, δηλαδή, μια τριγωνική λειτουργία, η οποία δημιουργεί τις προϋποθέσεις της επικοινωνίας.

Δημοφιλείς αναρτήσεις

 

© 2006 | Blogger Templates by GeckoandFly modified and converted to Blogger by Blogcrowds.